Αντλεριανή προσέγγιση, Άλφρεντ Άντλερ

Αντλεριανή προσέγγιση, Άλφρεντ Άντλερ

Ο κύριος εκπρόσωπος της Αντλεριανής προσέγγισης είναι ο Άλφρεντ Άντλερ (Alfred Adler) ιδρυτής της ατομικής ψυχολογίας.

Ο Adler μαζί με τον Freud συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη της ψυχοδυναμικής θεωρίας. Μετά από μια συνεργασία περίπου 10 ετών ο Adler διαφοροποιήθηκε από την ορθόδοξη άποψη και εγκατέλειψε τις βασικές θεωρίες του Freud ,επειδή πίστευε ότι ήταν υπερβολικά περιορισμένες στην έμφαση του καθορισμού από τους βιολογικούς παράγοντες και τα ένστικτα, και υποστήριζε ότι η προσωπικότητα του ατόμου επηρεάζεται κυρίως από πρώτα έξι χρόνια της ζωής του και επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην αντίληψη που έχει το ίδιο το άτομο για το παρελθόν και με ποιο τρόπο η ερμηνεία αυτή των πρώιμων γεγονότων επιδρά στο άτομο και <<το τι είμαστε όταν γεννιόμαστε δεν είναι τόσο σημαντικό, όσο το τι κάνουμε με τις ικανότητες που διαθέτουμε>>.

Παραιτήθηκε από πρόεδρος της ψυχαναλυτικής εταιρίας και ίδρυσε την εταιρία της ατομικής ψυχολογίας.

Ο Adler πίστευε πως το βασικό κίνητρο της συμπεριφοράς του ανθρώπου είναι οι κοινωνικές ορμές. Η συμπεριφορά είναι σκόπιμη και καθορίζεται από του στόχους που θέτει το ίδιο το άτομο. Η συνείδηση ,και όχι το ασυνείδητο, είναι το κεντρικό σημείο της προσωπικότητας, και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην επιλογή και στην υπευθυνότητα , στο νόημα της ζωής ,και στον αγώνα για την κατάκτηση της επιτυχίας ή της τελειοποίησης. Επικεντρώθηκε στα συναισθήματα κατωτερότητας τα οποία θεωρούσε ως μια φυσιολογική κατάσταση για όλους τους ανθρώπους και ως κίνητρο κάθε ανθρώπινης προσπαθείας, και ότι μπορούσαν να αποτελέσουν την πηγή της δημιουργικότητας. Μας παρακινούν να αγωνιστούμε για την απόκτηση υπεροχής ,επιτυχίας και τελειότητας. Πίστευε πως την στιγμή που βιώνουμε το αίσθημα της κατωτερότητας, παλεύουμε για την ανωτερότητα και πως ο στόχος της επιτυχίας ωθεί τα άτομα προς την κυριαρχία και τους δίνει τη δυνατότητα να ξεπεράσουν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν. Ο στόχος της ανωτερότητας συμβάλλει στην ανάπτυξη της ανθρώπινης κοινωνίας, και της επίτευξης μιας καλύτερης θέσης στη ζωή.

Η προσέγγιση του βασίζεται σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που εστιάζει την προσοχή του στην επανεκπαίδευση των ατόμων και στην επαναδιαμόρφωση της κοινωνίας. Εισήγαγε πρώτος μια υποκειμενική προσέγγιση στην ψυχολογία, η οποία εστιάζει στα εσωτερικά αίτια της συμπροφοράς, όπως είναι οι αξίες, οι πεποιθήσεις, οι στάσεις, οι στόχοι, τα ενδιαφέροντα και η ατομική αντίληψη της πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο αντιμετωπίζεται ως ένα<< αδιαίρετο όλου>> που περιλαμβάνει την γέννησή του, την ανατροφή του και τη ζωή του σε ένα συγκριμένο οικογενειακό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον .

Ήταν ο πρώτος που έδωσε τόσο μεγάλη βαρύτητα στις ενδοοικογενειακές σχέσεις. Δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις σχέσεις ανάμεσα στα αδέλφια και στην θέση που ένα άτομο έχει μέσα στην οικογένεια του. Παρατήρησε πως τα παιδιά της ίδιας οικογένειας αν και μοιράζονται κοινές πεποιθήσεις και αντιλήψεις , η ψυχολογική κατάσταση κάθε παιδιού είναι διαφορετική από εκείνη των άλλων παιδιών λόγο της σειράς γέννησης τους, και έβγαλε τα εξής συμπεράσματα:

  1. Το μεγαλύτερο παιδί γενικά είναι ο αποδεκτής μεγάλης προσοχής και κατά την περίοδο που αποτελεί το μοναδικό παιδί της οικογένειας, συνήθως γίνεται κακομαθημένο επειδή αποτελεί το επίκεντρο. Συνήθως είναι αξιόπιστο, εργάζεται σκληρά και αγωνίζεται να προχωρήσει μπροστά. Όταν ένας καινούργιος αδελφός/η εμφανίζεται, το μεγαλύτερο παιδί θεωρεί ότι χάνει τη θέση του. Δεν είναι πια μοναδικό ή ξεχωριστό. Μπορεί επίσης να πιστεύει ότι το καινούργιο μέλος θα του κλέψει την αγάπη που έχει συνηθίσει να απολαμβάνει.
  2. Το δεύτερο παιδί από την στιγμή που θα γεννηθεί, μοιράζεται την προσοχή των μελών της οικογένειας του με ένα άλλο παιδί. Το δεύτερο παιδί συνήθως, συμπεριφέρεται σαν να ήταν σε μια κούρσα δρόμου και γενικά βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση. Είναι σαν να εκπαιδεύεται να ξεπεράσει το μεγαλύτερο, αυτός ο ανταγωνισμός τους επηρεάζει στη μετέπειτα ζωή τους. Το μικρότερο παιδί αναπτύσσει την ικανότητα να βρίσκει τα αδύναμα σημεία του μεγαλύτερου παιδιού και να προσπαθεί να κερδίσει τον έπαινο και από τους γονείς του και από τους δασκάλους του σημειώνοντας επιτυχίες στους τομείς εκείνους που το μεγαλύτερο παιδί έχει αποτύχει. Εάν το ένα παιδί έχει κάποιο ταλέντο σε ένα δεδομένο τομέα, το άλλο παλεύει για αναγνώριση αναπτύσσοντας άλλες ικανότητες. Το δεύτερο παιδί βρίσκεται συχνά σε αντίθεση με το πρώτο.
  3. Το μεσαίο παιδί συχνά αισθάνεται στριμωγμένο. Μπορεί να πιστεύει στην αδικία της ζωής και να αισθάνεται εξαπατημένο. Το άτομο αυτό μπορεί να υιοθετήσει μια στάση αυτολύπησης και να γίνει ένα προβληματικό παιδί. Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα στις οικογένειες που χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις, το μεσαίο παιδί μπορεί να γίνει ο ειρηνοποιός της οικογενείας ,το άτομο που κραταεί της ισορροπίες.
  4.  Το μικρότερο παιδί είναι πάντα το μωρό της οικογένειας και συνήθως το ποιο χαϊδεμένο. Έχει έναν ξεχωριστό ρόλο να παίξει, από την στιγμή που είναι το τελευταίο από τα παιδιά της οικογένειας. Τα μικρότερα παιδιά συνήθως τραβούν το δικό τους δρόμο. Συνήθως αναπτύσσονται με τρόπους που κανένα άλλο μέλος της οικογένειας δεν είχε σκεφτεί ακόμα.
  5. Το μοναδικό παιδί αντιμετωπίζει το δικό του πρόβλημα. Αν και έχει κάποια κοινά στοιχεία με το μεγαλύτερο παιδί, μπορεί να μην μάθει να συνεργάζεται ή να μοιράζεται με άλλα παιδιά. Θα μάθει να συνυπάρχει καλά με τους ενήλικες, καθώς η οικογένεια του αποτελείται μόνο από ενήλικες. Συχνά, το μοναδικό παιδί παραχαϊδεύεται από τους γονείς του και μπορεί να είναι προσκολλημένο στον έναν από αυτούς ή και στους δυο. Μπορεί να θέλει να είναι στο κέντρο της προσοχής συνέχεια και να αισθάνεται ότι αδικείται εάν η θέση του στη οικογένεια αμφισβητηθεί.

   Πηγή του άρθρου είναι από βιβλίο του Gerald corey

Θεόφιλος Φούκης.

Copyright © 2012 Φούκης Θεόφιλος   Αll rights reserved