Όταν όμως τα συμπτώματα διαρκούν για μεγάλο χρονικό διάστημα κι ενταθούν, σε σημείο που παρεμποδίζουν την ομαλή λειτουργία του οργανισμού και της καθημερινότητας, μιλάμε πλέον για κατάθλιψη, που είναι πλέον ασθένεια και όχι μια παροδική εκδήλωση του οργανισμού.
Οι επιπτώσεις της κατάθλιψης παρατηρούνται σε όλα τα επίπεδα, συναισθηματικό, σωματικό, νοητικό και κοινωνικό.
Σε συναισθηματικό επίπεδο, υπάρχει δυσφορία, δηλαδή μια γενικότερη δυσάρεστη αίσθηση για τον εαυτό μας και τα πράγματα, ήδη με το που σηκωνόμαστε το πρωί και ξεκινάμε τη μέρα μας, που μπορεί να συνοδεύεται από θλίψη, απογοήτευση, απελπισία κι ανικανότητα να ανταπεξέλθουμε στις καθημερινές μας ασχολίες. Συχνά νιώθουμε παραίτηση, ότι βρισκόμαστε σε αδιέξοδο και ότι είμαστε ανήμποροι να σηκώσουμε το βάρος των καταστάσεων που μας παρουσιάζονται. Επίσης, μπορεί να μας διακατέχει έντονο άγχος που έχει σχέση με άλυτες εσωτερικές συγκρούσεις, οι οποίες ενδεχομένως μας προκαλούν κι έντονες ενοχές, αίσθημα χαμηλής αυτοεκτίμησης, αίσθηση ανημπόριας κι αδυναμίας.
Στο σωματικό επίπεδο, η κατάθλιψη προκαλεί διαταραχές στον κύκλο ύπνου, υπνηλία ή αϋπνία. Δηλαδή, μπορεί ο ύπνος μας να μην είναι συνεχόμενος, να ξυπνάμε πολύ νωρίς και να μην μπορούμε να ξανακοιμηθούμε ή να κοιμόμαστε μέχρι αργά, να έχουμε έντονα όνειρα που μπορούν να μας δημιουργήσουν ταχυπαλμία κι εφίδρωση, διαταραχές στην όρεξη, υπερφαγία ή αφαγία, προτίμηση για γλυκά και λιπαρές τροφές, που έχουν ως αποτέλεσμα την αυξομείωση βάρους και μείωση της ενεργητικότητας. Έχει επίσης παρατηρηθεί πως άλλη μια επίπτωση της κατάθλιψης είναι η τάση προς τις ψυχοσωματικές ασθένειες.
Σε νοητικό επίπεδο, ελαττώνεται η προσοχή, η μνήμη, η ικανότητα μάθησης και η αντίληψη. Ξεχνάμε εύκολα, αδυνατούμε να συγκεντρωθούμε, είμαστε απρόσεχτοι, δε συγκρατούμε πληροφορίες, αμελούμε καθήκοντα και υποχρεώσεις. Η σκέψη μας συχνά δαπανάται, ώστε να «χάνεται» και να μην συγκεντρώνεται. Συχνά κατηγορούμε τον εαυτό μας, δεν έχουμε πίστη στις δυνάμεις μας, νιώθουμε ότι δεν έχουμε επιλογές ή εξωτερική βοήθεια και φέρνουμε μπροστά μας μια αδιέξοδη και πολύ δύσκολη, σχεδόν ανυπέρβλητη πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Γινόμαστε ηττοπαθείς και παραιτούμαστε από την προσπάθεια, καταβεβλημένοι από την ένταση, την υπερκόπωση και τη σύγχυση από τις δυσάρεστες σκέψεις μας, με αποτέλεσμα να δυσκολευόμαστε να πάρουμε αποφάσεις.
Σε κοινωνικό επίπεδο, παρατηρείται διαδοχική έκπτωση της λειτουργικότητάς μας, καθώς δεν αντλούμε πια ευχαρίστηση από το κοινωνικό μας έργο και τη δράση μας. Τείνουμε να απομονωνόμαστε, να μη μας ενδιαφέρουν τόσο πολύ οι ασχολίες που είχαμε πριν, οι παρέες, οι κοινωνικές συνευρέσεις, οι διασκεδάσεις. Υπάρχει ακόμα έλλειψη ικανοποίησης στην εργασία, στις προσωπικές και κοινωνικές μας σχέσεις, έλλειψη σεξουαλικής διάθεσης, ανηδονία, αίσθημα κενού και απαξίωσης, αποξένωση.
Η κατάθλιψη με αυτά που βιώνουμε αυτήν την εποχή και στη χώρα που ζούμε είναι μια ασθένεια με αύξουσα άνοδο της συχνότητάς της σε όλες τις ηλικίες.